Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

«Θέλω να σας μιλήσω πάτερ για κάτι σοβαρό».

«Θέλω να σας μιλήσω πάτερ για κάτι σοβαρό».
Η κοπέλα στεκόταν στην είσοδο του ιερατικού γραφείου, περιμένοντας την άδεια για να προχωρήσει. Δεν είχε παρουσιαστικό «θρησκευόμενου» ανθρώπου. Φορούσε κολλητό παντελόνι και ήταν βαμμένη έντονα.
Ο ηλικιωμένος ιερέας την κοίταξε με καλοσύνη. «Παρακαλώ. Ότι θέλετε!».
Η κοπέλα προχώρησε και κάθισε μπροστά στο γραφείο του ιερέα.

«Θέλω τη συμβουλή σας», είπε κοφτά και με αποφασιστικότητα. «Η μητέρα μου είναι στα τελευταία της. Έζησε μεγάλο μέρος της ζωή της δουλεύοντας τη νύχτα σε άσχημα μέρη… Ξέρω… Ίσως να σας σκανδαλίζω λίγο…». Δίστασε κοιτάζοντας τον ιερέα εξεταστικά αλλά με ειλικρίνεια στα μάτια της.
«Παρακαλώ, συνεχίστε».«Η μητέρα μου με τα χρήματα που κέρδιζε κατάφερε να μεγαλώσει εμένα και τον αδερφό μου χωρίς να χρειαστεί να μας δώσει σε ξένα χέρια. Πατέρα δε γνωρίσαμε…
Αλλά δε μεγάλωσε μονάχα εμάς. Τα μισά της χρήματα και παραπάνω τα έδινε πάντα σε ελεημοσύνες. Πολλά παιδιά μεγάλωσαν χάρη σ’ αυτή. Κάποια μάλιστα σπούδασαν κιόλας χάρη στη μητέρα μου. Σε όλη της τη ζωή, η ελεημοσύνη ήταν πρώτιστο καθήκον… Τώρα πεθαίνει. Με δυσκολία επικοινωνεί. Θα ήθελα να εξομολογηθεί και να κοινωνήσει αλλά δεν ξέρω πώς να της το πω… Καταλαβαίνετε… δεν είχε ποτέ ιδιαίτερη σχέση με την Εκκλησία…
 Δεν ήταν τελείως αδιάφορη αλλά… καταλαβαίνετε…».
Ο ιερέας είχε το βλέμμα χαμηλωμένο και άκουγε με κατανόηση.
«Μη στενοχωριέστε», της είπε. «Κάνατε αυτό που έπρεπε. Τώρα θα κάνουμε και οι δυο προσευχή για τη μητέρα σας. Κι ο Θεός θα δείξει τον τρόπο. Πάντως όπως και να ’χει, να θυμάστε ότι ο Θεός δεν πρόκειται να αφήσει τέτοια ελεημοσύνη δίχως μετάνοια…».
Πέρασαν μέρες. Ο Ιερέας δεν είχε κανένα νέο από εκείνη την κοπέλα. Κι έξαφνα ένα πρωί είδε την αναγγελία θανάτου της μητέρας κολλημένη σε μια κολώνα, Πήρε απόφαση και πήγε στην κηδεία.
Στο τέλος της ακολουθίας τον πλησίασε η κοπέλα. Τον χαιρέτησε ευγενικά και τον ευχαρίστησε που ήρθε να τους συλλυπηθεί. Ήταν πολύ καταβεβλημένη.
«Στενοχωριέμαι πολύ για την ψυχή της μητέρας μου, πάτερ», του είπε.
«Να μη στενοχωριέστε. Σας είπα: αφού η μητέρα σας έδειξε στη ζωή της τέτοια ελεημοσύνη, ο Θεός αποκλείεται να την άφησε χωρίς μετάνοια και συγχώρηση. Αυτό μονάχα μπορώ να σας πω εγώ. Τα υπόλοιπα τα ξέρει μονάχα Εκείνος…».
Τους πλησίασε ένας νεαρός.
«Πάτερ, να σας γνωρίσω τον αδερφό μου». Ακολούθησαν συστάσεις. «Ο πάτερ από δω είναι στην αγία Φωτεινή… ξέρεις… λίγο πιο πάνω από το σπίτι της μαμάς…», είπε στον αδερφό. «Πάντως, πάτερ, δε σας το κρύβω πως λυπάμαι που έφυγε έτσι», ξαναστράφηκε στον ιερέα. «Ίσως έπρεπε να ήμαστε πιο επίμονοι. Δεν ξέρω… καταλαβαίνω τι μου λέτε αλλά δεν έχω τόση πίστη για να παρηγορηθώ από αυτό…».
«Τι συνέβη;», παρενέβη ο αδερφός.
«Να, είχα πάει πριν αρκετές μέρες στον πάτερ να του ζητήσω να έρθει να εξομολογήσει και να κοινωνήσει τη μαμά αλλά διστάσαμε κάπως… δεν ξέραμε πώς θα το πάρει εκείνη… και να που τώρα δεν προλάβαμε…».
Ο αδερφός έδειξε να ξαφνιάζεται. Χαμογέλασε και είπε:
«Μη στενοχωριέσαι, προλάβαμε… Προχθές τo βράδυ που έλειπες, η μαμά σαν να ξύπνησε αίφνης από το λήθαργό της, γύρισε προς το μέρος μου και -λες και δεν ήταν άρρωστη- μου είπε: «Πήγαινε γρήγορα στον άγιο Δημήτριο και φέρε εδώ τον παπά»… Αρχικώς απόρησα. Δεν ήθελα να της χαλάσω το χατήρι αλλά δεν περίμενα και να βρω κανέναν εκείνη την ώρα στην Εκκλησία… Εντούτοις ο παπάς ήταν εκεί. Του εξήγησα και ήρθε χωρίς καθυστέρηση… Πού να φανταστώ ότι εσύ είχες έρθει σε επικοινωνία με τον ιερέα της αγίας Φωτεινής… Συγγνώμη που δε σου είπα τίποτα αλλά με την κηδεία και τις μέριμνες το παρέλειψα… ή μάλλον για να είμαι ειλικρινής, δεν ήξερα πώς θα το πάρεις κιόλας… Δε μου είχες πει ότι θα πας σε παπά… Πάντως κοινώνησε…».
Ο ιερέας χαμογέλασε. Τους χαιρέτησε ευγενικά και αποχώρησε. «Δεν αφήνει ο Θεός την ελεημοσύνη ασυνόδευτη από μετάνοια», έλεγε και ξανάλεγε μέσα του με συγκίνηση…
Απόσπασμα από το Μικρό Γεροντικό Πόλεων «Όσο μπορείς», του Βασίλη Αργυριάδη



*************************************************************************************************************************

Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2015

Υπάρχουν Αγάπες ...♫ .❤.•* ★


♫♩.❤


Καλέ μου... τί δεν θα'κανα για Σένα,
για να σέχω ένα δευτερόλεπτο 
απομακρυσμένοι από τον κόσμο
και κοντά σε μένα 

Καλέ μου ... όπως το ποτάμι Μαγδαλένα,
που χάνεται στην κινούμενη άμμο της Θάλασσας
θέλω να χαθώ και εγώ σε σένα...
♫♩.❤
Υπάρχουν Αγάπες 
που επιστρέφουν αντέχοντας τις καταστροφές
όπως το κρασί που γίνεται καλύτερο με τα χρόνια
έτσι μεγαλώνει αυτό που αισθάνομαι εγώ για σένα

Υπάρχουν Αγάπες 
που περιμένουν το Χειμώνα και Ανθίζουν 
και τις νύχτες του Φθινοπώρου ξανανθίζουν
όπως η αγάπη που αισθάνομαι εγώ για σένα.
♫♩.❤
Καλέ μου ...μην ξεχνάς τη θάλασσα
που τις νύχτες με είδε να κλαίω 

τόσες αναμνήσεις δικές σου 

Καλέ μου ... μη ξεχνάς τη μέρα 
που χωρίζω τη ζωή σου 
απο τη φτωχή ζωή μου 
που μου αναλογεί να ζήσω
♫♩.❤
Υπάρχουν Αγάπες 
που επιστρέφουν αντέχοντας τις καταστροφές
όπως το κρασί που γίνεται καλύτερο με τα χρόνια
έτσι μεγαλώνει αυτό που αισθάνομαι εγώ για σένα

Υπάρχουν Αγάπες 
που φαίνονται πως τελειώνουν και ανθίζουν 
και τις νύχτες του Φθινοπώρου ξανανθίζουν
όπως η αγάπη που αισθάνομαι εγώ για σένα.
♫♩.❤



Hay amores - Shakira 



¨`•♫♩.❤.•´.¸★.•♫♩❤









Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2015

Έμαθα ?

Έμαθα μέσα από τη κακία του κόσμου, την αδιαφορία την επιφανειακή κι με ημερομηνία λήξης της αγάπης τους.


Να κρατώ αποστάσεις πλέον να μην ενοχλώ να μην "με ενοχλουν" να μην πληγώνω να μην με πληγώνουν.Αγαπώ όλο το κόσμο ,από απόσταση όμως πλεον .Δεν  επενδύω σε φιλιες που σήμερα στηρίζονται σε χάρτινες βάσεις που με το πρώτο, φύσημα του αγέρα να σκίζονται.

Έμαθα να προσπαθώ να "συγκρατούμε" ώστε να μην πληγώσω τον διπλανό μου ,μα συνάμα αυτόματα στις επιθέσεις να αμύνομαι με τρόπο σταθερό.

Έμαθα να νοιάζομαι ,τον διπλανό μου να τον βοηθό να του στέκομαι κι να μην προσδοκώ από κείνον τίποτε, όχι όμως να τρώω κι σφαλιάρες.

Όταν με κάποιους ανθρώπους δε ταιριάζω φεύγω μακρυά συνεχίζοντας να τους αγαπώ διακριτικά κι να τους νοιάζομαι ακόμα.

Έμαθα να μην γυρεύω κανενός το κακό ,μα απλός να προσπερνώ Όποιον με πλήγωσε άσχημα.

Έμαθα να είμαι διακριτικός άνθρωπος ώστε να μην προκαλώ το φθόνο τον γύρο μου.

Έμαθα να ζω στη μοναξιά μου κι να κοιτώ από τη βιτρίνα, του δικού μου κόσμου την κοινωνία έξω.

Έμαθα να μην επιβάλω τη "παρουσια μου ,όταν καταλαβαίνω ότι είναι κάπου ανεπιθύμητη.

Έμαθα να μην επιβάλλομαι στους "γυρο μου να αφήνω το κόσμο να πράττει όπως νιώθει αρκεί να μην παραβιάζει τα όρια κι τα δικαιώματα μου.

Έμαθα να σέβομαι τους πάντες, ακόμα κι όταν αυτοί δε με σέβονται.

Έμαθα να είμαι μια αόρατη παρουσία μέσα στο πλήθος.

Έμαθα να ξέρω ποτε είναι η ώρα να φεύγω όταν δε με σηκώνει ένα μέρος.

Έμαθα να διαβάζω τα συναισθήματα των γύρων μου.

Έμαθα να κλαίω σιωπηλά μέσα στον ήχο της σιωπής μου.

Έμαθα μέσα από όλα αυτά που βίωσα βιώνω κι θα βιώνω να μην κάνω ότι δε θέλω να μου κάνουν

Σχέδον έμαθα να ΕΙΜΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΣ.
 Η Αγάπη θέλει ηρωισμό, θυσίες και όχι μόνο σε μια στιγμή ενθουσιασμού, αλλά κάθε μέρα και κάθε ώρα.
Θα με εκτιμήσεις γιατί με έχασες και με έχασες, γιατί δεν με εκτίμησες οπως μου αξιζε.
Οι λέξεις είναι δρόμος ...και η ενέργεια τους πάει μακριά όσο μακριά μπορεί να πάει η αγάπη σου γι αυτές !





*******************************************************************************

Αφιερωμένο στην πληγωμένη σας αγάπη!

Δέντρο μου, μοναχικό που καρτεράς της άνοιξής σου τα λουλούδια,πόσο σε ζηλεύω καλό μου,  πόσο πολύ σε θαυμάζω!
Μοναχή ψυχή, μέσα στην έρημο των ανθρώπων την αγάπη, ...χωρίς να σε νοιάζει η ιστορία, ή τι λένε για σένα οι λόγιοι, θνητοί.

Δέντρο μου μοναχό, εκεί στον κάμπο, που δροσοσταλίδες οι σκέψεις μου, στα κλαδιά σου ακουμπάνε.
Πες μου το μυστικό σου, πως γίνεται μέσα στην παγωνιά της μοναξιάς σου να ζεις, μέσα στο παγωμένο σου κορμί;
-Τότε το δέντρο μου χαμογέλασε, με έβαλε μέσα στην ψυχή του και, ενώ μιλιά δεν έχει, ακούμπησε το κορμί μου μέσα στου ξυλένιου κορμιού του την ψυχή μου…να το γευθώ…
Και άρχισε, το νερό στα σπλάχνα μου, ως δέντρο εμένα να μου μιλά…Χιόνι στο έξω σου βασιλιά μου είναι η αγάπη των ανθρώπων…

Μα εγώ ξέρω πως η αγάπη είναι η ζωή. Εσύ αγάπησες και η αγάπη της φύσης σε είδε και σε έβαλε μέσα στο κορμί της, που τα πάντα στην γη είναι αυτή.
Τότε σταμάτησε το δέντρο να μου μιλά, και έγινα ο τίποτα εγώ, το ξύλο του…
Και άκουγα το νερό να μου λέει: Εσείς οι άνθρωποι
ζείτε νεκροί από αυτό το πνεύμα που γνωρίζεις βασιλιά μου.
Τώρα που έγινες δέντρο, νιώσε τα περσινά φύλλα σου τα νεκρά και πεθαμένα για τους ζωντανούς ανθρώπους...
Μέσα στου ξύλου την τροφή, ζουν ποιο δυνατά, στην ψυχή του ξύλου τούτου του δέντρου που εσύ στα σπλάχνα του τώρα ζεις…

-Τότε σκίρτησαν τα σπλάχνα μου και μάτωσε η καρδιά μου
και φώναξα προς την αγάπη: Θεέ μου, Θεέ μου, αυτό το δέντρο ήμουν και έψαχνα Θεό;
-Τότε άστραψε ο ουρανός...
μα στάσου... αυτή η λάμψη είμαι εγώ, αυτή η λάμψη είναι η ματιά μου.
Και ως άνεμος στα ξαφνικά βρέθηκα να ανεμίζω στα κλαδιά του δένδρου του δάσους μου.
Τότε πάλι αναφώνησα και είπα:
Θεέ μου Θεέ μου τι γίνεται εδώ ήμουν άνεμος και έψαχνα Θεό;
Χαχαχαχα...
...ακούστηκε να μου γελά ο άνεμος!
Όχι Βασιλιά μου, απλά αγάπησες και η καρδιά μου σε είδε και σε έβαλε μέσα στη ψυχή μου.
'Ανεμε, βγες έξω θέλω να σε δω βγες έξω όταν σου μιλάω θέλω να σε θωρώ.
Χαχαχα...
...βρε βασιλιά μου, μου απάντησε ο άνεμος,
υπάρχει άλλο πρόσωπο εκτός απο την αγάπη;
Τότε δάκρυσα από συγκίνηση και βρέθηκα να είμαι ο άνεμος και να ΄χω το πρόσωπό σου.
Μα τότε πάλι σκίρτησαν τα σπλάχνα μου και έσπασε σε χιλιάδες κομμάτια η καρδιά μου.
Και βρέθηκα να είμαι σε άλλη γη και σε άλλο ουρανό,
να είμαι μέσα στο σύμπαν και ένα δάκρυ ψηλά ως ήλιο να θωρώ και απόρησα....
μα πριν προλάβω κάτι να σκεφτώ ακούστηκε φωνή απο τον ουρανό:
Τι θέλεις; Τι ζητάς;
Ως ξένος σε αυτό δάκρυ γιατί κοιτάς;
Και τότε απάντησα προς την φωνή: μα τι πόνος είναι αυτός;
Μα ποιά αγάπη μπορεί τόσο πολύ να αγαπάει;
Τότε απάντησε πάλι η φωνή:
Αυτό το δάκρυ είναι της μάνας γης της χήρας γεννημένης αγάπης!
Τότε κύλησε το δάκρυ προς την γη,
και ευθύς τότε και εγώ μαζί του δάκρυσα.
Και σκεπτόμενος πως όταν η μεγαλύτερη αλήθεια στη γη είναι το μεγαλύτερο τους ψέμα, τότε ποιά αγάπη να ψάχνω εγώ να βρω;
Πήρα τα συντρίμμια της καρδιάς μου και το δάκρυ αυτό το αγκάλιασα να μην είναι πια ορφανό...
Μα τότε άστραψε ο ουρανός και βρέθηκα να είμαι πάλι στης γης το χώμα...
μα καρφωμένος επάνω σε ένα σταυρό...
και να ΄χω στα μάτια μου την Παναγία.
Και εκεί που μου ήρθε να πω στον πόνο μου ΙΛΗ ΙΛΗ....
μα στάσου την γνωρίζω αυτή την ιστορία...
και λέω προς την Παναγία...
Γυναίκα μην κλαίς,
την ξέρω καλά την ιστορία
ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΓΥΡΙΣΕ Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟΝ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΕ!!!
.

Απλά Αγάπη ****

Ο πόνος και η θλίψη είναι η σαπίλα και η μούχλα,
που τον σπόρο του σίτου,
μέσα του το χώμα κρατά.
Η αγάπη είναι το νερό που χάρη στη μούχλα,
την σαπίλα, και τον πόνο,
μέσα στο θάνατο γεννιέται ο βλαστός του δέντρου που στον ουρανό πια κοιτά και όσο πόνεσε τόσο βαθιές ρίζες έχει στο χώμα κάνοντας το θεοφώτιστο δένδρο να χαμογελά!.
****




Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2015

Το θέμα της έκθεσης ήταν:«Τι επιθυμώ πολύ και θα ζητούσα από τον Θεό να μου το δώσει»


«Θεε μου, απόψε σου ζητάω κάτι που το θέλω πάρα πολύ.
Θέλω να με κάνεις τηλεόραση!
Θέλω να πάρω τη θέση της τηλεόρασης που είναι στο σπίτι μου.
Να έχω το δικό μου χώρο. Να έχω την οικογένεια μου γύρω από εμένα.
Να με παίρνουν στα σοβαρά όταν μιλάω.
Θέλω να είμαι το κέντρο της προσοχής και να με ακούνε οι άλλοι χωρίς διακοπές η ερωτήσεις. Θέλω να έχω την ίδια φροντίδα που έχει η τηλεόραση όταν δεν λειτουργεί.
Όταν είμαι τηλεόραση, θα έχω την παρέα του πατέρα μου όταν έρχεται σπίτι από τη δουλειά, ακόμα κι αν είναι κουρασμένος.
Και θέλω τη μαμά μου να με θέλει όταν είναι λυπημένη και στενοχωρημένη, αντί να με αγνοεί...
Θέλω τ’ αδέλφια μου να μαλώνουν για το ποιός θα περνάει ώρες μαζί μου.
Θέλω να νοιώθω ό,τι η οικογένειά μου αφήνει τα πάντα στην άκρη, πότε-πότε, μόνο για να περάσει λίγο χρόνο με μένα.
Και το τελευταίο, κάνε με έτσι ώστε να τους κάνω όλους ευτυχισμένους και χαρούμενους.
Θεέ μου, δε ζητάω πολλά.
Θέλω μόνο να γίνω σαν μια τηλεόραση!»
Τη δασκάλα πού την διάβασε (καθώς βαθμολογούσε) την έκανε να κλάψει. Ο σύζυγος της που μόλις είχε μπει στο σπίτι, τη ρώτησε: «τι συμβαίνει;» Αυτή απάντησε: «Διάβασε αύτη την έκθεση, την έχει γράψει ένας μαθητής μου». Ο σύζυγος αφού τη διάβασε είπε: «Θεέ μου, το καημένο το παιδί. Τι αδιάφοροι γονείς είναι αυτοί!» Τότε η δασκάλα τον κοίταξε και είπε:«Αυτή ή έκθεση είναι του γιου μας!..».